Σάββατο 1 Σεπτεμβρίου 2012

«Αιώνια αγάπη θα ανθίσει, όταν όνειρο άλλο όνειρο αγγίξει»


«Αιώνια αγάπη θα ανθίσει, όταν όνειρο άλλο όνειρο αγγίξει»


Τα δάχτυλα τρέμουν πάνω από το πληκτρολόγιο. Το βλέμμα καρφωμένο στην οθόνη, εστιασμένο στο όμορφο πρόσωπο, το διστακτικό χαμόγελο, τα θλιμμένα μάτια∙ μια φωτογραφία, χίλιες λέξεις και μπερδεμένα συναισθήματα.
Αυτή, η Νίκη: ένα όμορφο λουλούδι, μια φανταχτερή πεταλούδα, ένα αναγεννημένο ξωτικό. Αυτός, ο Άγγελος: ένα γερασμένο μυαλό μέσα σε νεανικό σώμα, μια ζωή καταδικασμένη στον αέναο κύκλο της αποτυχίας και της ατυχίας. Δυο πλάσματα άγνωστα, με μόνο κοινό στοιχείο την αγάπη τους για εκείνον τον καταραμένο ποιητή Έντγκαρ Άλαν Πόε.
Του έκανε πρόταση φιλίας, γι’ αυτό τρέμουν τα δάχτυλά του. Η καρδιά του πάει να σπάσει από τον φόβο ότι ονειρεύεται και σε λίγο θα ξυπνήσει για να διαπιστώσει πως εκείνη δεν θα είναι πια εκεί, μπροστά του, να του μιλάει...
Του μιλάει! Μάλλον καλύτερα ειπωμένο του γράφει. Του έγραψε: «όνειρο μέσα σε όνειρο», κάτι σαν σύνθημα μεταξύ συνωμοτών, σαν αναγνωριστικό σημάδι αδελφών ψυχών που περιφέρονται άσκοπα σ’ ένα αφιλόξενο σύμπαν, γεμάτο τέρατα και παγίδες. Συνεννοούνται, μυστικά, λαθραία. Χαμογελάνε χωρίς να βλέπει ο ένας τον άλλον, αλλά ακούνε τα καρδοχτύπια τους. Ανθίζει ένα όνειρο.
Με τις λέξεις γεμάτες νοήματα που αποκαλύπτουν συναισθήματα, ο χρόνος κυλάει ασυναίσθητα. Ξεκίνησαν να επικοινωνούν το απόγευμα και τώρα έξω χαράζει. Της προτείνει να δούνε μαζί το ξημέρωμα, τον ήλιο να ξεμυτίζει πίσω από τις τσιμεντένιες ταράτσες των πολυκατοικιών, με τις ακτίνες του να αντανακλώνται στις ασημένιες κεραίες και τα σκουριασμένα σύρματα. Στέκονται με κομμένη την ανάσα, μακριά ο ένας από τον άλλον, σε άλλους χώρους, σε διαφορετικές πόλεις, αλλά βλέπουν το ίδιο μεγαλειώδες θέαμα: τις λευκές ακτίνες να στεφανώνουν τις καταπράσινες βουνοκορφές, τα άνθη να στρέφονται στο φως, το ουράνιο τόξο να σχηματίζεται στα ριζά ενός καταρράκτη. Το όνειρο άνθισε.
Δεν θέλει να την αφήσει, ασχέτως που νυστάζει. Εκείνη του στέλνει φιλιά, προσωπάκια κίτρινα με κόκκινα χείλη και του γράφει περιπαιχτικά «καληνύχτα». Εκείνος ανταποδίδει τα φιλιά και κλείνει τον υπολογιστή, με την καρδιά του γεμάτη, για πρώτη φορά στη ζωή του. Κοιμάται ήσυχα, σαν ευτυχισμένο παιδί.
Ξύπνησε οκτώ ώρες αργότερα. Καιρό είχε να κοιμηθεί τόσες ώρες, συνήθως ξυπνούσε μετά από τέσσερις με πέντε ώρες ύπνο. Νοιώθει ανάλαφρος, ευτυχισμένος. Το πρώτο που κάνει μόλις σηκώνεται από το κρεβάτι είναι να ανοίξει τον υπολογιστή και να μπει στο ίντερνετ.
Στην οθόνη βλέπει ένα μήνυμα. Είναι από εκείνην. Το ανοίγει με λαχτάρα και διαβάζει γοητευμένος: «Γεύτηκα το όνειρο μέσα σ’ όνειρο. Σ’ ευχαριστώ». Από κάτω οι αριθμοί των τηλεφώνων της. Ένα σταθερό και ένα κινητό. Κοιτάζει την ώρα που του έστειλε το μήνυμα, πριν από μια ώρα. Σχηματίζει τον αριθμό του κινητού της και με την καρδιά του να πάλλεται σε γρήγορους ρυθμούς πάθους, περιμένει να ακούσει τη φωνή της. Αναρωτιέται πώς θα είναι η χροιά της, αλλά ξέρει ότι θα του αρέσει όπως και να είναι.
Του απαντάει μια γυναικεία φωνή, βαθιά, πνιγμένη κάπως, σαν από λυγμό.
«Νίκη;»
Ένα υπόκωφο βογκητό φτάνει στα αυτιά του. Η ανάσα της κοπέλας στο ακουστικό είναι γρήγορη, η φωνή της αγχωμένη. «Ποιος είστε;»
Ο πληθυντικός τον ενοχλεί, αλλά δεν δίνει σημασία. «Ένας φίλος της.» Σιωπή απλώνεται στιγμιαία και αμέσως τη διαλύουν αχνές φωνές και οδυρμοί που ακούγονται από τον περίγυρο του ατόμου που κρατάει το τηλέφωνο.
«Η Νίκη…» η κοπέλα κομπιάζει, «δεν… ζει πια…»
Ο Άγγελος κάνει να γελάσει, αλλά σταματάει, καθώς το τηλέφωνο κλείνει απότομα. Παγωμένος κοιτάζει το ακουστικό και σκέφτεται. Δεν ανησυχεί, αναρωτιέται εάν είναι αστείο, κάποια φάρσα ή ένας τρόπος απόρριψης. Δεν βγάζει νόημα και ξανακαλεί. Του απαντάει η μαγνητοφωνημένη γυναικεία φωνή που του λέει ότι ο κάτοχος του τηλεφώνου θα του απαντήσει όταν το ξαναβάλει σε λειτουργία.
Κλείνει απογοητευμένος. Κοιτάζει τον αριθμό του σταθερού τηλεφώνου στην οθόνη και καλεί. Μετά από αρκετές στιγμές του απαντάει μια ανδρική φωνή. Ζητάει ευγενικά τη Νίκη και ο άνδρας του απαντάει ότι η Νίκη σκοτώθηκε εχθές σε αυτοκινητιστικό ατύχημα και η κηδεία της έγινε πριν από μία ώρα.
Μπερδεμένος, χαμένος, αποπροσανατολισμένος, κλείνει το τηλέφωνο και κάθεται στην καρέκλα. Δεν πιστεύει ότι του κάνουν φάρσα, αλλά δεν μπορεί και να κατανοήσει την κατάσταση. Σε μια έκλαμψη της λογικής του αναζητάει στο ίντερνετ τα ατυχήματα της χθεσινής ημέρας και παρά τις όποιες αμφιβολίες του βλέπει το όνομά της, τη φωτογραφία της και την περιγραφή του τραγικού ατυχήματος.
Πιάνει το κεφάλι του, κλείνει σφιχτά τα βλέφαρα, μαυρίζει το οπτικό του πεδίο και στα σκοτάδια του μυαλού του σκέφτεται, αναρωτιέται, προσπαθεί να καταλάβει. Δεν βρίσκει απαντήσεις, αδυνατεί να κατανοήσει, δυσκολεύεται να εξηγήσει. Μετά τη φέρνει στο μυαλό του, την εικόνα της, το όμορφο πρόσωπο, το διστακτικό χαμόγελο, τα θλιμμένα μάτια…
Τρέμουν τα χέρια του πάνω από το πληκτρολόγιο. Η καρδιά του βροντοχτυπά από την αγωνία, αλλά γράφει εκστασιασμένος: «Αιώνια αγάπη θα ανθίσει, όταν όνειρο άλλο όνειρο αγγίξει.»
Ξέρει ότι θα του απαντήσει…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου